Η κρίση και οι Κροίσοι…

Τετάρτη, 7 Σεπτεμβρίου, 2011

 

 

Χρονογράφημα της Αλίκης Αλεξίου

 

Θα περίμενε κανείς να είναι αντίστροφες οι έννοιες  κρίση [χρέος, φτώχια,] και Κροίσοι [χρήμα, πλούτος], αλλά είναι ευθέως, ευθύτατα ανάλογα τα « ποσά». 

Μεγαλώνει, πλαταίνει, βαθαίνει η κρίση. Αυξάνουν,  πληθαίνουν, δυναμώνουν οι Κροίσοι.

Βαθιά κρίση, βαθύς πλούτος.  Βαθύπλουτος ο Κροίσος.

Την κρίση τη βιώνει επώδυνα ο πολίτης, ενώ η σχετική αφήγηση του Ηροδότου, για τη συνάντηση του σοφού Σόλωνα με τον πάμπλουτο Κροίσο και το θρίαμβο της σοφίας απέναντι στον πλούτο, δεν παρηγορεί πλέον τον απλό αναγνώστη.

Ο σοφός Αθηναίος, ξεκινημένος από τη χώρα που ετοίμαζε  το «φιλοκαλούμεν μετ’ ευτελείας», τον ύμνο δηλαδή στην απλότητα, το απέριττο και την ομορφιά, ταξίδεψε στην πλούσια Ανατολή. Τη Λυδία, τη χώρα της χλιδής, που δια-πότιζε ο Πακτωλός ποταμός.

Κι εκεί προς μεγάλη απογοήτευση του Κροίσου δεν έδειξε να τον θαμπώνουν τα πλούτη του, γιατί ο ίδιος αντιπροσώπευε «το υγιές μέτρο και τη σωστή μεσότητα».

Εξάλλου, λίγο πριν ο Σόλωνας είχε κληθεί από τους Αθηναίους να αντιμετωπίσει μία από τις μεγαλύτερες κρίσεις που γνώρισε η Αθηναϊκή κοινωνία.

“Η ζωή του πέφτει σε μια εποχή δύσκολων κοινωνικών αγώνων… ο φτωχός άνθρωπος υποθήκευε το σώμα του ολόκληρο για χρέη που δεν μπορούσε να τα αποφύγει, και τελικά έχανε και την ελευθερία του. Ήταν μια από εκείνες τις εποχές, στις οποίες η αδίστακτη απληστία συσσώρευε υλικό για κοινωνικές συγκρούσεις αιώνων».

Ο Αριστοτέλης την περιγράφει σχεδόν με …νέα Ελληνικά :

«…και εδούλευον οι πένητες τοις  πλουσίοις και αυτοί και τα τέκνα και αι γυναίκες».  

«Η δε πάσα γη δι ολίγων ην. Και ο Σόλων πρώτος εγένετο  του Δήμου προστάτης

 «παραινων τοις πλουσιοις μη πλεονεκτείν».

Και όταν ο σοφός Ανάχαρσης τον περιγέλασε για την προσπάθειά του να συντάξει νόμους, λέγοντάς του ότι  οι νόμοι δε θα σταματήσουν τις αδικίες γιατί μοιάζουν με τους ιστούς της αράχνης, θα συγκρατήσουν δηλαδή τους μικρούς και τους ανίσχυρους, ενώ οι ισχυροί θα τους σπάσουν, ο Σόλων απάντησε ότι οι άνθρωποι σέβονται τις συμφωνίες τους, όταν κανείς δεν έχει συμφέρον να τις παραβιάσει.

Πιστεύει στην Ευνομία: «μύριες στην πόλη συμφορές η ανομία γεννάει, ενώ όμορφα όλα κι εύτακτα η ευνομία τα  κάνει και των αδίκων και κακών δένει συχνά τα χέρια ».  

Kαι κάνει τον απολογισμό του έργου του  «στο δικαστήριο του Χρόνου»  ανοίγοντας το δρόμο προς τη Δημοκρατία.

Και πιστεύοντας πως το να επιβιώσεις μέσα στη θύμηση των φίλων είναι μια αληθινή αξία  και ότι η αρετή του δίκαιου ανθρώπου αξίζει περισσότερο από τον πλούτο , αφήνει εμβρόντητο τον Κροίσο…

Αλλά, όπως είπαμε, η αφήγηση του Ηροδότου δεν ανακουφίζει το σημερινό αναγνώστη, γιατί στους κρίσιμους καιρούς που ζούμε ασφαλής νιώθει μόνο ο Κροίσος.

 Όχι μόνο ότι θα γλυτώσει πάλι από την πυρά, αλλά ότι δε θα φτάσει ποτέ σ΄ αυτή!

Γιατί την ιστορία τη γράφει  σήμερα ο ίδιος ο Κροίσος! Ο Κροίσος των ημερών μας! Άρπαξε την πένα από τον Ηρόδοτο και σκηνοθετεί το παρόν και καθορίζει το μέλλον.

Το  μέλλον βέβαια των κοντόφθαλμων, το εγγύς.

Γιατί το απώτερο μέλλον, ευτυχώς για την ανθρωπότητα, το διέπουν νόμοι προαιώνιοι που διατύπωσαν οι αρχαίοι πρόγονοι «μέσα στο μυθόκοσμό τους».

«Ο  Δίας ως εγγυητής του δικαίου, με την κόρη του Δίκη στο πλάι  εμφανίζεται ως αμείλικτος τιμωρός»

«Η Δίκη που εξαγγέλλει ο Ησίοδος είναι αυτή που απαντά στο αίτημα των καταπιεσμένων για Δικαιοσύνη, αυτών που χτυπήθηκαν από την Ύβρη των άλλων».

«και  στο Δικαστήριο του Καιρού του Σόλωνα  η τιμωρία εισβάλλει με τη βεβαιότητα και τη δύναμη ενός φυσικού φαινομένου.»

Οι καιροί όμως δεν επιτρέπουν στον άνθρωπο να δει πέρα από τη μύτη του.

Εξάλλου ο Σόλωνας των ημερών μας…έμεινε πολύ καιρό στην πλούσια Λυδία, βαφτίστηκε στον Πακτωλό και μεταλλάχτηκε.

Πότε, πότε,…ο σύγχρονος  Κροίσος, γελώντας τρανταχτά – μ αυτό το γέλιο των Κροίσων που αναπηδά από τον κοιλιακό χώρο – τού θυμίζει περιπαιχτικά τα παραμύθια που του έλεγε ο Σόλωνας, πως τάχα περιφρονούσε τα πλούτη.

Πως τα αποκτήματα αυτά, τα υλικά αγαθά, δεν είναι σταθερά, δεν κάνουν τον άνθρωπο ευτυχισμένο… ωραία παραμύθια, καταλήγει ο Κροίσος, κλείνοντας το μάτι στη μόνιμη παρέα του την ΄Ατη, τον Κόρο και την ΄Υβρη.

Κι ο μεταλλαγμένος  Σόλωνας του σήμερα, σαν κάτι να θυμάται από εκείνη τη μακρινή εποχή, τη μακρινή κοινή πατρίδα.  Αλλά είναι όλα τόσο θολά, τόσο αμυδρά…

Σηκώνει το ποτήρι του ξέχυλο με κρασί ροδίτη, που αντανακλούν μέσα σειρές αμέθυστων κρεμασμένων στο λαιμό του, δώρα του Κροίσου, και πίνει.

Για τη Μέθη. Και τη Λήθη.

«Η ζωή των ανθρώπων είναι γεμάτη αβεβαιότητα, οι ίδιοι όμως, φταίνε πολύ για την δυστυχία τους. Δεν ξέρουν κανένα όριο στον πλούτο κι ο πλούσιος μια μόνο επιθυμία έχει, να γίνει πιο πλούσιος. Από την απληστία των ανθρώπων μπαίνει η Άτη στο παιχνίδι, που τη στέλνει ο Δίας, για να τιμωρήσει τις αμαρτίες των αχόρταγων. Έτσι… εμφανίζεται επιβλητική μια βασική ιδέα σολώνειας ηθικής, που ξαναγυρνά μόνιμα στους Έλληνες ποιητές και φιλοσόφους: το υγιές μέτρο και η σωστή μεσότητα.»

«Οι κίνδυνοι προέρχονται από τη κοινότητα την ίδια. Οι πολίτες δε ξέρουν να χαίρονται με κόσμιες απολαύσεις. Η απληστία γεννά τη ύβρη, που τους σπρώχνει πάνω απ όλα τα φράγματα προς το άδικο. Τίποτα πια δεν είναι ιερό για την αρπακτική τους διάθεση. Οι αμαρτωλοί περιφρόνησαν τα βασικά κάστρα της Δικαιοσύνης, αυτή όμως αδράχνει σιωπηλά και περιμένει τον καιρό της για να χτυπήσει. Από τέτοιες εμπυασμένες πληγές μολύνεται το σύνολο της κοινότητας…η εσωτερική διχόνοια ρημάζει την πόλη. Κανένας δε μπορεί να γλιτώσει, έστω κι αν θελήσει να κρυφτεί στην πιο βαθιά γωνιά του σπιτιού του: η γενική αρρώστια σπάζει την αυλόπορτα και πηδά πάνω από τον περίβολο»