ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΤΟ 2013!
ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ
ΝΑ ΜΑΧΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ
ΟΙ ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΑΞΙΕΣ
ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ!
Παγκόσμια υπόκλιση θαυμασμού
ΣΤΟΝ ΘΕΙΚΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
τον αιώνιο καθοδηγητή του πλανήτη
Η αφρόκρεμα της παγκόσμιας διανόησης έρχεται στην Ελλάδα για να τιμήσει τη μοναδική σε μέγεθος Ιστορία του Ανθρωπίνου Πνεύματος, επίδραση του αριστοτελικού έργου στον πλανήτη.
Το Διεθνές Συνέδριο οργάνωσε το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης για την επέτειο των 2.400 χρόνων από τη γέννηση του Αριστοτέλη, μαθητή του Πλάτωνα και δασκάλου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που γεννήθηκε στα Στάγειρα της Χαλκιδικής το 384 π.Χ.
Πρόκειται για ένα γεγονός εθνικής σημασίας και ταυτόχρονα παγκοσμίου εμβέλειας, το οποίο έχει αναπτύξει μία τεράστια δυναμική. Αυτή αποτυπώνεται στον εντυπωσιακό αριθμό των 250 Αριστοτελιστών από 40 χώρες, που συμμετέχουν με ομιλίες τους πάνω σε μία τεράστια ποικιλία θεμάτων. Ταυτόχρονα, η ανακήρυξη από την UNESCO—με πρωτοβουλία του Διεπιστημονικού Κέντρου Αριστοτελικών Μελετών η οποία υλοποιήθηκε σε συνεργασία με την Ελληνική Εθνική Επιτροπή για την UNESCO—του έτους 2016 σε «Επετειακό Έτος Αριστοτέλη» δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε να προβληθεί παγκοσμίως με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, η μοναδική σε μέγεθος επιρροής στην ιστορία του ανθρώπιου πνεύματος συμβολή του Μακεδόνα φιλοσόφου Αριστοτέλη.
Στο πλαίσιο του Συνεδρίου, θα διοργανωθούν Στρογγυλές Τράπεζες, ώστε να προβληθούν οι ιδέες του Σταγειρίτη για την πολιτική, την ηθική, τις αξίες, τη δικαιοσύνη, τη δημοκρατία, την παιδεία, την πόλη και τον πολίτη. Επιπλέον, θα προσφερθεί η ευκαιρία για διάλογο πάνω σε φιλοσοφικά ζητήματα που σχετίζονται με επιστήμες, όπως η Βιολογία, η Φυσική, τα Μαθηματικά, η Αστρονομία, η Μετεωρολία, η Γεωλογία.
Το Παγκόσμιο Συνέδριο “Αριστοτέλης 2400 Χρόνια” βρίσκεται στο επίκεντρο των εκδηλώσεων που θα πραγματοποιηθούν στο πλαίσιο του «Επετειακού Έτους Αριστοτέλη» σε όλον τον κόσμο, εφόσον διαθέτει το μοναδικό προνόμιο να διοργανώνεται στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, που φέρει το όνομα του φιλοσόφου, στα αρχαία Στάγειρα, γενέτειρα του Αριστοτέλη, και στην αρχαία Μίεζα, τον τόπο όπου ο Μακεδόνας φιλόσοφος δίδαξε τον Μέγα Αλέξανδρο.
Ιδιαίτερο κύρος προσδίδει στο Συνέδριο η συμμετοχή των σημαντικοτέρων σε παγκόσμια κλίμακα ειδικών μελετητών του Αριστοτελικού έργου, οι οποίοι συγκαταλέγονται στον κατάλογο των προσκεκλημένων ομιλητών, καθώς και των μελών της Τιμητικής και Επιστημονικής Επιτροπής του Συνεδρίου.
Όπως όλα δείχνουν, η παγκόσμια αυτή αναγνώριση του Σταγειρίτη φιλοσόφου, θα καταδείξει με τον πιο ουσιαστικό τρόπο, ότι ο Αριστοτέλης είναι σήμερα επίκαιρος παρά ποτέ και ότι η μελέτη του έργου του μπορεί να μας οδηγήσει σε μία βαθύτερη κατανόηση των εννοιών, των ιδεών και των προβλημάτων της εποχής μας.
Το πιο σπουδαίο εύρημα από την εικοσαετή ανασκαφική έρευνα στα αρχαία Στάγειρα ανακοινώθηκε την Πέμπτη στη Θεσσαλονίκη, σε εκατοντάδες κορυφαίους αριστοτελιστές της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας: Ο τάφος του Αριστοτέλη, που διασώζεται εδώ και 2.400 χρόνια στη γενέτειρα του, καθώς και το ηρώο που είχε δημιουργηθεί προς τιμήν του από τους συμπολίτες του.
Την ανακάλυψη του τάφου του Αριστοτέλη στα Στάγειρα Χαλκιδικής ανακοίνωσε ο ανασκαφέας, μελετητής των Αρχαίων Σταγείρων, αρχαιολόγος Κώστας Σισμανίδης, σύμφωνα με τον οποίο τα ευρήματα από την ανασκαφή του 1996 στην περιοχή οδηγούν στο συμπέρασμα πως το ταφικό μνημείο που βρέθηκε δεν μπορεί παρά να ανήκει στον Αριστοτέλη.
Πρόκειται για ένα ταφικό ηρώο, όπου οι Σταγειρίτες μετέφεραν και εναπόθεσαν την τέφρα του φιλοσόφου αμέσως μετά τον θάνατό του στη Χαλκίδα, τον τίμησαν ως ήρωα, σωτήρα, νομοθέτη και δεύτερο «οικιστή» της πόλης τους, εφόσον με δική του μεσολάβηση στον Φίλιππο επανιδρύθηκαν (340 π.Χ) τα Στάγειρα, που είχαν καταστραφεί από τον ίδιο Μακεδόνα βασιλιά το 349 π.Χ.
Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
Ο Αριστοτέλης (αρχ. Ἀριστοτέλης. Στάγειρα 384 – Χαλκίδα 322 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος και πολυεπιστήμονας. Σε ηλικία 17 ετών εισέρχεται στην Ακαδημία του Πλάτωνα, στην Αθήνα, όπου παραμένει έως τα 37 του έτη. Εκεί συνδέεται τόσο με τον ίδιο τον Πλάτωνα όσο και με τον Εύδοξο, τον Ξενοκράτη και άλλους στοχαστές. Τα έργα του αναφέρονται σε πολλές επιστήμες, όπως φυσική, βιολογία, ζωολογία, μεταφυσική, λογική, ηθική, ποίηση, θέατρο, μουσική, ρητορική, πολιτική κ.ά, και συνιστούν το πρώτο ολοκληρωμένο σύστημα στη Δυτική Φιλοσοφία. Η περίοδος της ωριμότητας αρχίζει με τις βιολογικές έρευνες και τα συμπεράσματά του είναι η πρώτη συστηματοποίηση των βιολογικών φαινομένων στην Ευρώπη. Η σκέψη και οι διδασκαλίες του Αριστοτέλη, που συνοπτικά περιγράφονται με τον όρο Αριστοτελισμός, επηρέασαν για αιώνες τη φιλοσοφική, θεολογική και επιστημονική σκέψη έως και τον ύστερο Μεσαίωνα.
Μετά τον θάνατο του Πλάτωνα, φεύγει από την Αθήνα και κατόπιν εντολής του Φιλίππου, αναλαμβάνει το 343 π.Χ. τη διδασκαλία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα: «ο Αριστοτέλης υπήρξε ο πρώτος γνήσιος επιστήμονας στην ιστορία… και κάθε κατοπινός επιστήμονας του οφείλει κάτι»
Ως διδάσκαλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Αριστοτέλης, απέκτησε διάφορες ευκαιρίες και αφθονία προμηθειών. Έτσι, ίδρυσε μια βιβλιοθήκη στο Λύκειο, η οποία έγινε αρωγός στην παραγωγή εκατοντάδων έργων του. Το γεγονός ότι υπήρξε μαθητής του Πλάτωνα, τον οδήγησε στις απόψεις του πλατωνισμού, αργότερα, όμως, μετά τον θάνατο του Πλάτωνα, οδηγήθηκε, περισσότερο, σε εμπειρικές μελέτες και μετατοπίζεται από τον πλατωνισμό στον εμπειρισμό. Πίστευε ότι οι ιδέες και οι γνώσεις όλων των λαών βασιζόταν, τελικά, στην αντίληψη. Στις απόψεις του, για τις φυσικές επιστήμες, βασίστηκαν πολλά έργα του.
Μαζί με το δάσκαλό του Πλάτωνα αποτελεί σημαντική μορφή της φιλοσοφικής σκέψης του αρχαίου κόσμου, και η διδασκαλία του διαπερνούσε βαθύτατα τη δυτική φιλοσοφική και επιστημονική σκέψη μέχρι και την Επιστημονική Επανάσταση του 17ου αιώνα. Υπήρξε φυσιοδίφης, φιλόσοφος, δημιουργός της λογικής και ο σημαντικότερος από τους διαλεκτικούς της αρχαιότητας.
To σύνολο της επιρροής του, συχνά τον κατατάσσει μεταξύ των κορυφαίων παγκοσμίων προσωπικοτήτων όλων των εποχών με τη μεγαλύτερη επιρροή, μαζί με τον δάσκαλο του, τον Πλάτωνα, και τον μαθητή του, τον Μέγα Αλέξανδρο.
Ο Αριστοτέλης γεννήθηκε το έτος 384 π.Χ. στα Αρχαία Στάγειρα της Χαλκιδικής, 55 χιλιόμετρα, ανατολικά, από τη σημερινή Θεσσαλονίκη. Ο πατέρας του Νικόμαχος ήταν γιατρός του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα Γ΄, τον οποίο είχε πατέρα ο Φίλιππος. Ο Νικόμαχος, που κατά το Σουίδα είχε γράψει έξι βιβλία ιατρικής και ένα φυσικής, θεωρούσε πρόγονό του τον ομηρικό ήρωα και γιατρό Μαχάονα, το γιο του Ασκληπιού. Η μητέρα του Φαιστιάδα καταγόταν από από τη Χαλκίδα και ανήκε κι αυτή, όπως και ο πατέρας του, στο γένος των Ασκληπιαδών. Το ενδιαφέρον του Αριστοτέλη, εν μέρει, για τη βιολογία, το απέκτησε από τον πατέρα του, καθώς οι Ασκληπιάδες, συνήθιζαν, να διδάσκουν στα παιδιά τους, από νεαρή ηλικία, ανατομία, λέγεται, επίσης, ότι ο Αριστοτέλης ενίοτε βοηθούσε και τον πατέρα του, όταν ήταν μικρός.
Ο Αριστοτέλης πρόωρα ορφάνεψε από πατέρα και μητέρα και την κηδεμονία του ανέλαβε ο φίλος του πατέρα του Πρόξενος, που ήταν εγκαταστημένος στον Αταρνέα της μικρασιατικής Αιολίδας, απέναντι από τη Λέσβο. Ο Πρόξενος, που φρόντισε τον Αριστοτέλη σαν δικό του παιδί, τον έστειλε στην Αθήνα σε ηλικία 17 ετών (367 π.Χ.), για να γίνει μαθητής του Πλάτωνα. Πράγματι, ο Αριστοτέλης σπούδασε στην Ακαδημία του Πλάτωνα επί 20 χρόνια (367 – 347), μέχρι τη χρονιά δηλ. που πέθανε ο δάσκαλός του. Στο περιβάλλον της Ακαδημίας άφηνε κατάπληκτους όλους και τον ίδιο το δάσκαλό του, με την ευφυΐα και τη φιλοπονία του. Ο Πλάτωνας τον ονόμαζε “νουν της διατριβής” και το σπίτι του “οίκον αναγνώστου”.
Όταν το 347 π.Χ. πέθανε ο Πλάτωνας, προέκυψε θέμα διαδόχου στη διεύθυνση της σχολής. Επικρατέστεροι για το αξίωμα ήταν οι τρεις καλύτεροι μαθητές του Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης, ο Ξενοκράτης και ο Σπεύσιππος. Ο Αριστοτέλης τότε μαζί με τον Ξενοκράτη εγκατέλειψαν την Αθήνα και εγκαταστάθηκαν στην Άσσο, πόλη της μικρασιατικής παραλίας, απέναντι από τη Λέσβο. Την Άσσο κυβερνούσαν τότε δύο πλατωνικοί φιλόσοφοι, ο Έραστος και ο Κορίσκος, στους οποίους είχε χαρίσει την πόλη ο ηγεμόνας του Αταρνέα και παλιός μαθητής του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, Ερμίας. Οι δύο φίλοι, κυβερνήτες της Άσσου, είχαν ιδρύσει εκεί μια φιλοσοφική σχολή, ως παράρτημα της Ακαδημίας.
Στην Άσσο ο Αριστοτέλης δίδαξε τρία χρόνια και μαζί με τους φίλους του κατόρθωσε ό,τι δεν μπόρεσε ο Πλάτωνας. Συνδέθηκαν στενά με τον Ερμία και τον επηρέασαν τόσο, ώστε η τυραννία του να καταστεί ηπιότερη και δικαιότερη. Το τέλος του τυράννου όμως ήταν τραγικό. Επειδή προέβλεπε την εκστρατεία των Μακεδόνων στην Ασία, συμμάχησε με το Φίλιππο. Γι’ αυτό τον συνέλαβαν οι Πέρσες και τον θανάτωσαν με μαρτυρικό σταυρικό θάνατο.
Το 345 π.Χ. ο Αριστοτέλης, ακολουθώντας τη συμβουλή του μαθητή του Θεόφραστου, πέρασε απέναντι στη Λέσβο και εγκαταστάθηκε στη Μυτιλήνη, όπου έμεινε και δίδαξε μέχρι το 342 π.Χ. Στο μεταξύ είχε παντρευτεί την ανιψιά και θετή κόρη του Ερμία, την Πυθιάδα, από την οποία απέκτησε κόρη, που πήρε το όνομα της μητέρας της. Μετά το θάνατο της πρώτης του συζύγου ο Αριστοτέλης συνδέθηκε αργότερα στην Αθήνα με τη Σταγειρίτισσα Ερπυλλίδα, από την οποία απέκτησε ένα γιο, το Νικόμαχο. Το 342 π.Χ. τον προσκάλεσε ο Φίλιππος στη Μακεδονία, για να αναλάβει τη διαπαιδαγώγηση του γιου του Αλέξανδρου, που ήταν τότε μόλις 13 χρονών. Ο Αριστοτέλης άρχισε με προθυμία το έργο της αγωγής του νεαρού διαδόχου. Φρόντισε να του μεταδώσει το πανελλήνιο πνεύμα και χρησιμοποίησε ως παιδευτικό όργανο τα ομηρικά έπη. Η εκπαίδευση του Αλέξανδρου γινόταν άλλοτε στην Πέλλα και άλλοτε στη Μίεζα, μια κωμόπολη της οποίας τα ερείπια έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη· βρισκόταν στους πρόποδες του βουνού πάνω στο οποίο είναι χτισμένη η σημερινή Νάουσα της Μακεδονίας. Εκεί το 341 π.Χ. πληροφορήθηκε το θάνατο του Ερμία.
Ο Αριστοτέλης έμεινε στη μακεδονική αυλή έξι χρόνια. Όταν ο Αλέξανδρος συνέτριψε την αντίσταση των Θηβαίων και αποκατέστησε την ησυχία στη νότια Ελλάδα, ο Αριστοτέλης πήγε στην Αθήνα (335 π.Χ.) και ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή. Για να εγκαταστήσει τη σχολή του διάλεξε το Γυμνάσιο, που λεγόταν και Λύκειο, ανάμεσα στο Λυκαβηττό και τον Ιλισό, κοντά στην πύλη του Διοχάρη. Ο χώρος του Γυμνασίου βρέθηκε πρόσφατα στις ανασκαφές,για την ανέγερση του νέου Μουσείου Γουλανδρή,πίσω από το Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών, στην οδό Ρηγίλλης. Ο ιστορικός αυτός αρχαιολογικός χώρος διασκευάζεται έτσι ώστε να γίνει επισκέψιμος. Εκεί υπήρχε άλσος αφιερωμένο στον Απόλλωνα και τις Μούσες. Με χρήματα που του έδωσε άφθονα ο Αλέξανδρος, ο Αριστοτέλης έχτισε μεγαλόπρεπα οικήματα και στοές, που ονομάζονταν “περίπατοι”. Ίσως γι’ αυτό η σχολή του ονομάστηκε Περιπατητική Σχολή και οι μαθητές του περιπατητικοί φιλόσοφοι.
Η οργάνωση της σχολής είχε γίνει κατά τα πρότυπα της Πλατωνικής Ακαδημίας. Τα μαθήματα για τους προχωρημένους μαθητές γίνονταν το πρωί (“εωθινός περίπατος”) και για τους αρχάριους το απόγευμα (“περί το δειλινόν”, “δειλινός περίπατος”). Η πρωινή διδασκαλία ήταν καθαρά φιλοσοφική (“ακροαματική”). Η απογευματινή “ρητορική” και “εξωτερική”.
Η σχολή είχε μεγάλη βιβλιοθήκη και τόσο καλά οργανωμένη, ώστε αργότερα χρησίμευσε ως πρότυπο για την ίδρυση των βιβλιοθηκών της Αλεξάνδρειας και της Περγάμου. Ο Αριστοτέλης μάζεψε χάρτες και όργανα χρήσιμα για τη διδασκαλία των φυσικών μαθημάτων. Έτσι σύντομα η σχολή έγινε περίφημο κέντρο επιστημονικής έρευνας. Στα δεκατρία χρόνια που έμεινε ο Αριστοτέλης στην Αθήνα δημιούργησε το μεγαλύτερο μέρος του έργου του, που προκαλεί το θαυμασμό μας με τον όγκο και την ποιοτική του αξία. Γιατί είναι άξιο απορίας, πώς ένας άνθρωπος σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα συγκέντρωσε και κατέγραψε τόσες πολλές πληροφορίες.
Το 323 π.Χ. με την είδηση του θανάτου του Μ. Αλεξάνδρου οι οπαδοί του αντιμακεδονικού κόμματος νόμισαν ότι βρήκαν την ευκαιρία να εκδικηθούν τους Μακεδόνες στο πρόσωπο του Αριστοτέλη. Το ιερατείο, με εκπρόσωπό του τον ιεροφάντη της Ελευσίνιας Δήμητρας Ευρυμέδοντα, και η σχολή του Ισοκράτη, με το Δημόφιλο, κατηγόρησαν τον Αριστοτέλη για ασέβεια (“γραφή ασεβείας”), επειδή είχε ιδρύσει βωμό στον Ερμία, είχε γράψει τον ύμνο στην Αρετή και το επίγραμμα στον ανδριάντα του Ερμία, στους Δελφούς. Ο Αριστοτέλης όμως, επειδή κατάλαβε τα πραγματικά κίνητρα και τις αληθινές προθέσεις των μηνυτών του, έφυγε για τη Χαλκίδα, προτού γίνει η δίκη του (323 π.Χ.). Εκεί έμεινε, στο σπίτι που είχε από τη μητέρα του, μαζί με τη δεύτερη σύζυγό του την Ερπυλλίδα και με τα δύο του παιδιά, το Νικόμαχο και την Πυθιάδα.
Ο Αριστοτέλης απεβίωσε μεταξύ πρώτης και εικοστής δευτέρας Οκτωβρίου του έτους 322 π.Χ. στη Χαλκίδα από στομαχικό νόσημα, μέσα σε θλίψη και μελαγχολία. Το σώμα του μεταφέρθηκε στα Στάγειρα, όπου θάφτηκε με εξαιρετικές τιμές. Οι συμπολίτες του τον ανακήρυξαν “οικιστή” της πόλης και έχτισαν βωμό πάνω στον τάφο του. Στη μνήμη του καθιέρωσαν γιορτή, τα “Αριστοτέλεια”, και ονόμασαν έναν από τους μήνες “Αριστοτέλειο”. Η πλατεία όπου θάφτηκε ορίστηκε ως τόπος των συνεδρίων της βουλής.
Φεύγοντας από την Αθήνα, διευθυντή της σχολής άφησε το μαθητή του Θεόφραστο, που τον έκρινε ως τον πιο κατάλληλο. Έτσι το πνευματικό ίδρυμα του Αριστοτέλη εξακολούθησε να ακτινοβολεί και μετά το θάνατο του μεγάλου δασκάλου.
Στην Αθήνα βρέθηκε να ζει την εποχή που η μακεδονική ηγεμονία επεκτεινόταν σε ολόκληρη την Ελλάδα. Εκείνη την εποχή στην Αθήνα διαμορφώθηκαν δυο πολιτικές παρατάξεις: Οι κάτοχοι της πολιτικής εξουσίας με επικεφαλής τον Δημοσθένη που τάχθηκαν κατά του Φιλίππου και οι οπαδοί όμως της ιδέας της ενωμένης Ελλάδας που τηρούσαν φιλομακεδονική στάση. Ο Αριστοτέλης ήταν ξένος και επιπλέον διατηρούσε επαφές με μακεδονικούς κύκλους. Για να μη διακινδυνεύσει τη ζωή του, έφυγε και πήγε το 348 π.Χ. στον Αταρνέα και ύστερα από πρόσκληση του Θεοφράστου εγκαταστάθηκε στη Μυτιλήνη μέχρι του 342 π.Χ.. Το έτος αυτό προσκλήθηκε από τον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο για να αναλάβει τη διαπαιδαγώγηση του νεαρού τότε Αλεξάνδρου του μετέπειτα Μεγάλου Αλεξάνδρου. Επανέκαμψε στη Αθήνα μετά την καταστροφή της Θήβας (335 π.Χ.) κι έμεινε εκεί για άλλα δεκατρία χρόνια για να φύγει οριστικά στην Χαλκίδα μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323 π.Χ.).
Αντίθετα, από αξιόπιστες πηγές μαθαίνουμε ότι ο Αριστοτέλης υπήρξε η ενσάρκωση του ορθού μέτρου σ’ όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του. Την έμφυτη ευγένεια και τρυφερότητα της ψυχής του τη βρίσκουμε διάχυτη μέσα στη διαθήκη του. Μέσα σ’ αυτή φροντίζει για τη μνήμη των γονέων και του αδερφού του και δε λησμονεί ούτε την οικογένεια του πατρικού φίλου Πρόξενου, που τον ανέθρεψε. Φροντίζει για τη δεύτερη γυναίκα του την Ερπυλλίδα και το γιο που απέκτησε μαζί της, το Νικόμαχο. Ακόμα για την κόρη του Πυθιάδα, καρπό του πρώτου του γάμου. Η μεγάλη του όμως φιλανθρωπία φαίνεται στο σημείο εκείνο της διαθήκης, όπου ορίζει να μην πουληθεί κανείς από τους δούλους που τον υπηρέτησαν, αλλά να ελευθερώνονται μόλις ενηλικιώνονται.
Ο Αριστοτέλης δεν έδειξε ενδιαφέρον στη δημοσίευση των έργων του με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν σήμερα διαθέσιμα πολλά από αυτά. Ποτέ δε δημοσίευσε τα βιβλία του, εκτός από τους διαλόγους του. Η ιστορία των πρωτότυπων συγγραμμάτων του περιγράφεται από τον Στράβωνα στην “Γεωγραφία” του και από τον Πλούταρχο στο βιβλίο Βίοι Παράλληλοι, Σύλλας.
Oι Αλεξανδρινοί υπολόγιζαν ότι ο Αριστοτέλης έγραψε 400 περίπου συνολικά βιβλία. Ο Διογένης ο Λαέρτιος υπολόγισε το έργο του σε στίχους και βρήκε ότι έφταναν τις 45 μυριάδες, επακριβώς 445.270 στίχους. Μεγάλο μέρος από το έργο του αυτό χάθηκε. Ανήκε στην κατηγορία των δημόσιων ή “εξωτερικών” μαθημάτων και ήταν γραμμένα σε μορφή διαλογική. Από αυτά σώθηκε μόνο η Αθηναίων Πολιτεία, σ’ έναν πάπυρο που βρέθηκε στην Αίγυπτο. Τα σωζόμενα σήμερα έργα του αντιστοιχούν στη διδασκαλία που ο Αριστοτέλης έκανε στους προχωρημένους μαθητές του και που λέγονται “ακροαματικές ή εσωτερικές”. Γι’ αυτό και είναι γραμμένα σε συνεχή λόγο και όχι σε διάλογο. Ο κατάλογος του Ησυχίου (είναι προσηρτημένος στη Βιογραφία του Αριστοτέλη) περιλαμβάνει 197 τίτλους συγγραφών και ουσιαστικά συμπίπτει με τον κατάλογο του Διογένη Λαέρτη.



